Τετάρτη, Μαΐου 31, 2017

Ο Νάρκισσος των Αγρών...



Το μόνο ταλέντο που αληθινά έχουμε καλλιεργήσει μέσα στους αναρίθμητους αιώνες, είναι να προσαρμοζόμαστε στο κακό… και τούτο δεν υπόκειται σε καμιά τελεολογική συνθήκη αποδρομής… είναι κάτι όπως είναι… παραδόθηκε από τους ανιόντες και θα κληροδοτηθεί στους κατιόντες… το ξέρουμε βαθιά και το ξέρουμε όλοι… το κακό μας έμαθε να προσαρμοζόμαστε στο κακό… γίναμε οι καθρέφτες του και το κατοπτρίζουμε στην εναργή του εντέλεια…
Αν όντως μπορεί κάτι να αποδράσει από τούτο το στενόχωρο νόμο, δεν είναι η ανθρωπότητα αλλά ίσως να είναι ο άνθρωπος… συνεχίζει να έρπει αλλά με το κεφάλι ψηλά… ενίοτε, τυχηματικά, σπασμωδικά, σαν σπάραγμα ενός ταλαντούχου ποιητή που δεν τολμά να ολοκληρώσει τίποτε… όχι απλά γιατί δεν έχει νόημα… γιατί δεν τολμά να εγκαταλείψει τον ασφαλή βιότοπό του…
Το κακό οργανώνει το βιότοπο με θαυμαστή λεπτομέρεια… στο κάθε τι… στο κάθε σήμερα… οργανώνει και σπέρνει… ο άνθρωπος θερίζει και απλώνεται στο Αχανές… τεντώνει τα μέλη του, υμνεί με τα σπλάχνα του, ακρωτηριάζει τα παιδιά του… η αέναη προσαρμογή τον έχει διδάξει την επανάληψη και η επανάληψη διδάσκει πάντα με ακρίβεια… το κακό παρέδωσε από την απαρχή του χρόνου τα πρωτόκολλα και ο άνθρωπος ιεροποίησε την πράξη παραλαβής και παράδοσης… οι ύμνοι έρχονται από τα έγκατα και ναρκώνουν όλες τις αισθήσεις…
Στο χωράφι αυτό συναντάς το επόμενο και δεν το αναγνωρίζεις… στο χωράφι αυτό αλυχτάς και δεν ακούγεσαι… στο χωράφι αυτό αναμένεις και δεν τίποτε δεν έρχεται… δεν είσαι μόνος… και αυτό σε στοιχειώνει ως το τέλος των λιγοστών ημερών σου…
Αν θα μπορούσες να μάθεις να προσαρμόζεσαι στο άλλο εκείνο… όμως είναι μια ονειρική αφήγηση… δεν είναι αλήθεια… είναι η μοναχική εκσπερμάτιση του Αυνάν… δεν είναι σχέση, είναι το κάλεσμα από κάπου που δεν γνωρίζεις… θέλεις να ανήκεις και αυτό σε κάνει προαπαιτούμενο της βρώσης…
Θα ταϊστείς κι ύστερα θα γίνεις δείπνο για κάτι που δεν μπορείς να ορίσεις…
Στα χωράφια αυτά αν ακουμπήσεις την παλάμη θα νιώσεις την αρχαία ανάσα του Όντος… αν το σκεφτείς θα υλοποιηθεί αμέσως…
Αν το κοιτάξεις θα πάψεις να είσαι…

Ο Νάρκισσος των Αγρών… αυτό είσαι…

Δευτέρα, Μαΐου 29, 2017

όταν ένας άνθρωπος μάθει να β λ έ π ε ι...


«…‘μαθαίνουμε να σκεφτόμαστε πάνω στο κάθε τι’, είπε, ‘και κατόπι μαθαίνουμε τα μάτια μας να κοιτάζουν όπως σκεφτόμαστε πάνω στα πράγματα που κοιτάζουμε. Κοιτάζουμε τον εαυτό μας σκεφτόμενοι ήδη πως είμαστε σημαντικοί. Κατά συνέπεια έχουμε υποχρέωση να νιώθουμε σημαντικοί! Όταν όμως ένας άνθρωπος μάθει να βλέπει, αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί πλέον να σκέφτεται πάνω στα πράγματα που κοιτάζει, κα αν δεν μπορεί να σκέφτεται ό,τι κοιτάζει, τότε όλα γίνονται ασήμαντα’…»

«…’Έμαθα να βλέπω και σου λέω πως τίποτα πραγματικά δεν έχει σημασία. Τώρα είναι η σειρά σου. Ίσως κάποια μέρα να δεις κι εσύ και τότε θα μάθεις αν τα πράγματα έχουν σημασία ή όχι. Για μένα τίποτα δεν έχει σημασία αλλά για σένα μπορεί να έχουν όλα. Θα πρέπει να γνωρίζεις από τώρα ότι ο σοφός άνθρωπος ζει δρώντας και όχι σκεφτόμενος πάνω στη δράση, ούτε στοχαζόμενος αυτό που θα σκεφτεί όταν θα έχει τελειώσει τη πράξη. Ο σοφός άνθρωπος εκλέγει μια κατεύθυνση με την καρδιά και την ακολουθεί. Και κατόπι κοιτάζει και χαίρεται και γελά. Και κατόπι βλέπει και γνωρίζει. Γνωρίζει ότι η ζωή του θα τελειώσει πολύ γρήγορα. Γνωρίζει ότι τόσο αυτός όσο και κάθε άλλος δεν πηγαίνει πουθενά (μετά το θάνατο). Γνωρίζει επειδή βλέπει ότι τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό από ένα άλλο. Μ’άλλα λόγια, ένας σοφός άνθρωπος, δεν έχει τιμή, αξιοπρέπεια, οικογένεια, όνομα, χώρα, αλλά μονάχα μια ζωή για να τη ζήσει και κάτω απ’αυτές τις συνθήκες το μόνο που τον δένει με τους συνανθρώπους του είναι η ελεγχόμενη τρέλα του. Έτσι, ο σοφός άνθρωπος αγωνίζεται, ιδρώνει, λαχανιάζει κι όταν τον βλέπουν οι άλλοι άνθρωποι τους φαίνεται σαν ένας συνηθισμένος άνθρωπος. Η μόνη διαφορά του είναι ότι ελέγχει τη τρέλα της ζωής του’…»

Κάρλος Καστανέντα: ‘Μια ξεχωριστή πραγματικότητα’

Τρίτη, Μαΐου 23, 2017





Ο παλαιστής όρθιος.
Ο Σίσυφος όρθιος.

Βλέπω στο βράχο που ανασαίνει μπροστά μου
είδωλα και εικόνες
όλη την ανθρωπότητα αγγίζω
στο βρώμικο αυτό ανάγλυφο
και το βάρος ελαφραίνει
κάθε φορά
που μπορώ να κοιτάξω
έναν μονάχα
χωρίς ντροπή

το κοινό καθιστό
με κομμένη την ανάσα
όσο ο ήρωας απαγγέλλει

βλέπω στον βράχο τις θάλασσες
τα πρωτοβρόχια
και τις ήρεμες Κυριακές της άνοιξης
κάποια απογεύματα
ευλογημένης ανίας
και κάποιες νύχτες που ο φόνος
έκανε τα δάχτυλά μου
να μυρμηγκιάζουν
και ήθελα τον πρώτο άνθρωπο που θα συναντούσα
να τον αφανίσω
και ύστερα χώνευα το θυμό μου
μαζί με το φριχτό μαρτύριο της ήττας
και σε όλα τούτα που βλέπω μπροστά μου
δεν ανήκω
λέω με έπαρση

και σε όλα αυτά που δεν βλέπω
ξέρω πως ανήκω

ο παλαιστής όρθιος
ο Σίσυφος όρθιος
οι θεατές καθιστοί

και η ανάσα ακόμα ηχεί παράταιρη

βλέπω στο βάθος του ορίζοντα
ένα κορίτσι
δεν έρχεται για μένα
θα με προσπεράσει
έχει αλλάξει τόσο η μορφή μου
που δεν με αναγνωρίζει
ούτε η βροχή
ούτε ο ήλιος
κι εγώ με βία καταφέρνω
να ψελλίσω δυο λόγια συμπόνιας

κι εγώ αρνούμαι άλλο να μιλήσω
με λόγια συμπόνιας

και ο παλαιστής αφήνει το βράχο
και ο Σίσυφος αφήνεται στο βράχο

και ο βράχος συνθλίβει τον παλαιστή
και ο βράχος αθανατίζει τον Σίσυφο

όρθιο το κοινό χειροκροτεί
και αλαλάζει...


Δευτέρα, Μαΐου 08, 2017

Μετουσία...




Ο κεχρισμένος που δεν βολεύεται παρά με την απόλυτη προσήλωση, την άνευ όρων αποδοχή… την απροϋπόθετη, την αδιαπραγμάτευτη προσοχή… έτσι είναι… σε όρους προσωπικής ενδιάθετης δράσης αλλά και σε όρους αναστοχασμού… Και ο μυημένος που απεργάζεται πάντα, εσαεί, το έργο, ωσάν αυτό να μην έχει προ-οικονομηθεί, ωσάν να υφίσταται εν δυνάμει… πάντα εν δυνάμει… Ο κεχρισμένος που επιδομεί εαυτόν σε μια διαρκή και εργώδη προσπάθεια να πείσει σε όσα εκείνος δεν έχει πειστεί… και ο μυημένος που με μια του κίνηση φιλοτεχνεί κάθε φορά κι ένα καινούργιο σύμπαν…
Εκείνος που σε εκδικείται κάθε αφιλόξενη μέρα δεν είναι ο ακέραιος εαυτός… εκείνος που σε παρηγορεί τις νύχτες δεν είναι ο φύλακας της πύλης… εκείνος που σε διδάσκει κάθε ξημέρωμα τα σύμβολα του ζην δεν είναι ο απολωλός αδερφός σου… εκείνος που σε καμαρώνει για την επιμονή σου να επιβιώνεις δεν είναι ο ηγαπημένος…
Και από το μηδέν αν δεν άρχιζες κάποτε να μετράς, θα το περιείχες στο ρίγος της απώλειας… κάθε απώλειας, κάθε στιγμής…
Και στο άπειρο αν δεν φιλοδοξούσες να αρτιωθεί κάποτε ο στοχασμός σου, η μελαγχολία της ειμαρμένης θα σε αποκαθιστούσε κάθε φορά που θα την άφηνες αφρόντιστη… μέσα σου… καθώς ολόγυρα οργώνει αέναα το χωράφι της…
Ο κεχρισμένος, σαν μικρό παιδί, παραπονείται για τη μοναξιά που δεν του επιστρέφει το κόσμημα-χαμόγελο στο πρόσωπό του. Όμορφο πρόσωπο…
Ο μυημένος λεπτολογεί στο θρήνο του καταστάσεις που δεν άδραξε και παραθέτει εικόνες από τον πνιγηρό βίο της τελευτότητας. Όλα τα ανέχτηκε ο μυημένος όμως την απώλεια της καθημέριας ραστώνης δεν μπόρεσε να την αντέξει…
Στη μνήμη έρχονται ξανά και ξανά οι λέξεις, τα πρόσωπα, τα νεύματα, οι υποσχέσεις… ζεις για τη στιγμή της αθανάτισης όλων… πως κάποτε θα έχεις εποπτεία… ψέματα… πως τούτη κι αν την είχες θα την εγκατέλειπες… φτάνει να μην σε παραμελούσε τόσο το ονειρικό τοπίο… να μην σε πρόδιδε ο διαμορφωμένος, ο ναρκισσικός σου αρμοστής… εκείνο που τάχθηκες να υπηρετείς και πάντα σου δεσπότη είχες…
Ο κεχρισμένος θα λάμπει, θα τραγουδά, θα υφαιρεί απ’το θάνατο το χυδαία απόλυτο…
Ο μυημένος θα διέρχεται τις διαστάσεις ανώλεθρος και μόνος…
Μετουσία του είναι και απόστατη δόξα… αν έτσι κλείνομαι, ας είμαι έτσι…

Όταν θα με συναντώ ξανά και ξανά…  


Δευτέρα, Μαΐου 01, 2017

Η φυσιολογικότητα ως δι-ελιγμός επιβίωσης…



Η φαντασίωση της ‘φυσιολογικότητας’ δεν είναι μια ακόμα κατασκευή, ένα ‘πρότζεκτ’ ή μια δράση του εαυτού δίκην οχυρωματικού υπερ-έργου για την προστασία του από τον εξωτερικό ‘εχθρό’. Είναι βεβαίως και αυτά. Αλλά είναι κάτι περισσότερο. Η φυσιολογικότητα είναι η απόλυτη δια-φαντασιωτική δράση που, στην ουσία, επαν-αρχετυπώνει όλες τις προσληφθείσες ‘πραγματικότητες’ και τις ενοποιεί σε μία. Αυτή η μία πραγματικότητα αρκεί και αποτελεί τον μόνο εξωτερικό εχθρό για τον οποίο οργανώνεται σε όλη του τη ζωή ο εαυτός.

Πρόκειται για τον ύστατο και μεγαλειώδη ελιγμό επιβίωσης του εαυτού. Ένας δι-ελιγμός. Δηλαδή μια εσωτερική και διαδραστική οργάνωση με όλα τα συστήματα και υποσυστήματα του εαυτού αλλά και με το υπό όρους, δηλαδή εμπροϋπόθετα Άγνωστο που ενδέχεται να γίνει γνωστό.

Πιστεύω πως αυτή η εκπληκτική υπερ-κατασκευή που αγνοώ πότε εκκινεί αλλά είμαι βέβαιος πως δεν ολοκληρώνεται ποτέ –αλλιώς θα είχε επιτευχθεί η βιολογική αθανάτιση όλων των συστημάτων που φθείρονται και θνήσκουν- είναι και ο λόγος που ο άνθρωπος αφομοιώνεται τελικά στην εργώδη προσπάθειά του να μην αφανιστεί και αγνοεί όλα τα υπόλοιπα που επισυμβαίνουν στο στερέωμα της ύπαρξης αλλά και κάτω από τα πόδια του, στον ‘μέλαινα ποταμό’ της ύπαρξης. Ο άνθρωπος από την αρχή ως το τέλος επιδίδεται σε μια αγωνιώδη και αγχωτική οικοδομική δραστηριότητα όλου αυτού του οχυρωματικού υπερ-έργου και όταν, κάποτε, αποκαμωμένος σταματά, επέρχεται η αλήθεια του θανάτου.

Ο θάνατος, υπό μια έννοια του συμβαίνει ακριβώς λόγω της θραύσης της φυσιολογικότητας. Ακριβώς όταν έχει επαν-αρχετυπωθεί ο θάνατος, τότε είναι που συντρίβει τον άνθρωπο σε όλα του τα επίπεδα. Η φυσιολογικότητα δεν ανήκει στο Αχανές και γι αυτό δεν μπορεί να αρχετυπωθεί. Δεν έχει σχέση με αυτά τα πεδία. Η αλήθεια όμως έχει και γι αυτό είναι σχεδόν αδύνατον να βιωθεί.

Ας το θέσω με πιο απλούς όρους.

Ο λόγος που δυσκολευόμαστε τόσο πολύ να αντιμετωπίσουμε αλλά και να εκφράσουμε την αλήθεια είναι ο ίδιος που μας δυσκολεύει να αποδεχθούμε το θάνατο. Ότι η αλήθεια όπως και ο θάνατος απειλούν τη φυσιολογικότητα’. Όταν βρισκόμαστε σε έναν καταιγισμόφυσιολογικών’ καταστάσεων, ο αιφνιδιασμός της τρομακτικότητας της αλήθειας μας σοκάρει και μας είναι αδύνατον να την αρθρώσουμε. Ο θάνατος, η τρομερότερη αλήθεια από όλες δεν μπορεί να μπει στη φυσιολογικότητα πουυπάρχει’ γύρω μας [άσχετο εάν εμείς είμαστε οι αρχιτέκτονες και οι εφαρμοστές μηχανικοί του πρότζεκτ]. Παραμένει μια ποιητική έννοια, μια μεταφορά, ένα μόρφωμα που υπάρχει κάπου εκεί πέρα και με το οποίο θα ασχοληθώ κάποια στιγμή.

Ας το δούμε ακόμη πιο οικειωτικά. Βλέπουμε μια αστυνομική ταινία, ας πούμε. Ο ένοχος που έχει κάνει κάτι τρομερό και αδιανόητο για τη δική του φυσιολογικότητα (σπίτι, δουλειά, παιδιά, σύζυγος, διακοπές, Χριστούγεννα, κλπ) δεν μπορεί να εντάξει το φονικό σε αυτήν. Όταν τον ρωτούν δεν μπορεί να το παραδεχθεί, να το ομολογήσει. Πρώτα θα αποκαλυφθεί και μετά θα ομολογήσει. Η βαρύτητα της φυσιολογικότητας είναι τόσο δυνατή που τον παρασέρνει.

Ο Ντοστογιέφσκι στο Έγκλημα και Τιμωρία ίσως εμβάθυνε περισσότερο από όλους. Η ίδια η φυσιολογικότητα ανάγκασε το Ρασκόλνικοφ-φονιά να ομολογήσει. Η θράυση της φυσιολογικότητας επέφερε και τη δική του. Η κατάρρευσή του προυπήρχε. Ή φυσιολογικότητα όλων των άλλων μεγέθυνε το έγκλημά του τρομακτικά. Το έκανε να μοιάζει έργο ενός άλλου όντος. Όταν σκότωνε όμως όλα αυτά δεν υπήρχαν μέσα του. Εκεί υπήρχε μια άλλη φυσιολογικότητα.

Φαίνεται σχεδόν κωμικό, ασύμβατο με αυτή τη φυσιολογικότητα πως θα συμβεί κάτι τόσο αμετάκλητο που θα την διακόψει. Ο θάνατος δεν εντάσσεται σε κανένα σύστημακαθημερινής φυσιολογικής ζωής’. Δεν συμβαίνει κάθε λεπτό ολόγυρα, δεν πεθαίνουν στο δρόμο συνεχώς άνθρωποι, δεν εξοικειωνόμαστε μαζί του παρά μονάχα τον αντιμετωπίζουμε όταν ερθει η ώρα ή ως βιο-φιλοσοφικό διανόημα

Τι θα συνέβαινε αν όλη αυτή η φυσιολογικότητα ήταν διαφορετική;

Γιατί δεν είμαστε οι μόνοι ‘μηχανικοί φυσιολογικοτήτων’.

Σε ένα νεκροταφείο όπου φυσιολογικότητα είναι ο θάνατος, δεν είναι κωμικό να ισχυριστείς πως ζεις; Πως έχεις όνειρα, κάνεις έρωτα, σου αρέσει το παγωτό ή πονάει ένα δόντι σου; Δεν είναι κόντρα στην ταφική φυσιολογικότητα όλο αυτό;

Σε ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης, ποια είναι η φυσιολογικότητα;

Στο ασυνείδητο [αν υφίσταται] ποια είναι;

Μήπως ανάστροφη από αυτή του συνειδητού;

Ο Ρασκόλνικοφ δεν μπόρεσε να εντάξει το δικό του ελιγμό στον μέγα δι-ελιγμό και γι αυτό έμεινε εντελώς μόνος. Ο φονιάς όπως και ο ποιητής, ο τρελός ή ο ξένος –ο ανοικείωτος- βιώνει μια άλλη κατάσταση, στις σκοτεινές περιοχές του Αχανούς. Η ενέργεια εκεί είναι τρομακτική και εύκολα συντρίβεσαι. Όταν το οχυρωματικό σου υπερ-έργο καταρρεύσει από μια αιφνίδια δράση, είσαι καταδικασμένος. Φωτίζεσαι για μια στιγμή και αφανίζεσαι αμέσως…